ΑΕΡΑΣ
«Δεν ξέρεις, δεν έχεις ακούσει;
Εδώ όλος ο κόσμος έχει βουίξει,
οι τηλεοράσεις όλου του κόσμου διαλαλούν,
φωνάζουν και τον κόσμο τρομοκρατούν.
Ότι μεγάλη αρρώστια έχει ,
και κάθε μέρα στους γιατρούς τρέχει
ένα φάρμακο να της δώσουν
κι απ’ τον θάνατο να τη γλυτώσουν.»
. . . .
«Την έχουν ονομάσει χρεοκοπία
και δεν υπάρχει θεραπεία,
είναι στην τελευταία φάση
και τον ύπνο μου έχω χάσει.»
. . . .
«Απ’ το 89 όλοι οι πολιτικοί ήξεραν την κατάστασή της
και τι θα ακολουθήσει στη ζωή της,
αλλά δεν τους ενδιέφερε καθόλου
διότι την πατρίδα μας δεν την αγαπούν καθόλου.
Κάθε πολιτικός είχε μια μόνο σκέψη
πως θα μπορέσει τα ταμεία να κλέψει,
τον κόσμο να κοροϊδέψει
και με τα ψέματα να τον μαγέψει.
Ν’ αδειάζει τα ταμεία της κάθε χρόνο
ήταν αυτό που τον ενδιέφερε μόνο,
και πώς στα γρήγορα να πλουτίσει,
κτίρια και βιλάρες να κτίσει.
Γι’ αυτό τον λαό αποφάσισαν σαν το βόδι για πάντα να το ζέψουν
στη διαφθορά και στην καλοπέραση να τον εκπαιδεύσουν.
Του δίδαξαν πως ήταν «μάγκας» αν τον φίλο του εξαπατήσει,
τον συκοφαντήσει και τον κάνει ν’ αυτοκτονήσει.
Εκείνοι που την αγάπη και φιλία διδάσκουν και υποστηρίζουν
έπρεπε να τους κοροϊδεύουν και να τους σατιρίζουν.
«Ο θεός τους» ήταν η απατεωνιά η ρεμούλα και η κομπίνα
και ο ρόλος της γυναίκας να είναι μία τέλεια «Κατίνα».
Την γνώση και το πνεύμα το περιγελούσαν
το εύκολο κέρδος και την ρεμούλα υμνούσαν.
Σκοπός τους είναι να διαβρώσουν το λαό πέρα ως πέρα
για να τον υποτάξουν και να τον κάνουν πέρα.
. . . .
ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΛΟΓΟΙ
«να ηλίθιοι!, για πάντα εσείς θα πληρώνετε τα σπασμένα
γιατί έτσι για πάντα θα είναι κατασκευασμένα.
Πάρτε το χαμπάρι εσείς δεν έχετε λεφτά, δεν έχετε προστασίες,
γι’ αυτό θα σκύβετε σαν σκλάβοι για πάντα στις εξουσίες,
και δεν είναι μόνο αυτό, γιατί για πάντα θα σας δυναστεύουν,
είναι γιατί ψηφίζετε αυτούς που σας εξαπατούν και σας ληστεύουν.
Εμείς λιγάκι να τους λαδώσουμε θα κάνουν τούμπες στο αέρα,
διότι οι πολιτικός το έχει στο αίμα απ’ τον δικό του τον πατέρα,
πάντα να τα παίρνει και ψέματα να λέει
τίποτα να μην κάνει και το λαό να τον κάνει να κλαίει.
Εμείς τους πολιτικούς, τους παίζουμε σαν παιγνιδάκια
στων δύο χεριών μας τα δακτυλάκια
και όλοι τους για την δόξα και το «άγιο χρήμα»
κάνουν ότι θέλουμε εμείς και λένε στον λαό το ίδιο ποίημα.
Τα ίδια λόγια από τα χείλη τους τα ψεύτικα βγαλμένα
κι ο κακόμοιρος ο κοσμάκης μια ζωή πάντα πλήρωνε τα σπασμένα.
Γι’ αυτό μη διστάσετε στις εκλογές να τους ψηφίσετε πάλι
για να χαρούμε εμείς και να φτάσετε ακόμη σε χειρότερο χάλι.»
. . . .
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
«Έλληνες, μωρέ Έλληνες, δεν το καταλαβαίνω τι στο διάολο έχετε πάθει,
δεν καταλαβαίνετε ότι τα παιδιά σας θα πληρώσουν τα δικά σας λάθη;
Πώς θα μπορέσετε κάποτε να τα κοιτάξετε στα μάτια,
χωρίς να γίνει η καρδιά σας χίλια-δύο κομμάτια;
Γιατί θα ξέρετε ότι την ελπίδα θα τους έχετε στερήσει
και εσείς αντί να τα έχετε βοηθήσει,
«ένα» γίνατε με τους αφεντάδες
για να τα έχουν τα παιδιά σας για πάντα ραγιάδες.
Γιατί μωρέ διώξαμε τους Τούρκους; Να έχουμε καινούργιους αφεντάδες;
Ποιος θα το πίστευε μωρέ, ότι στο αίμα σας θα είσαστε ραγιάδες;
Δεν ντρέπεστε καθόλου μωρέ μας πως τολμάτε,
τους πολιτικάντηδες αυτούς να τους προσκυνάτε;
Ποιοι είναι αυτοί μωρέ, που θα κλέψουν από τον λαό την ελπίδα;
Αυτοί δεν πιστεύουν σε καμία θρησκεία, σε καμία πατρίδα.
Ποιος θεός μωρέ λέει ότι όποιος έχει βύσμα θα είναι ευλογημένος,
και ο κακομοίρης που δεν έχει θα είναι καταραμένος;
Μωρέ μπορείτε να κοιτάξτε τον ουρανό κατάματα και να μην ντραπείτε;
όταν τη διαφθορά ανέχεστε και εσείς οι ίδιοι χειροκροτείτε;
Μερικά κόκαλα σας έχουν ρίξει να γλύψετε για να σας παραπλανήσουν,
κι όταν έρθει ο καιρός απ’ τη γη θα σας εξαφανίσουν.
Πιστεύετε στον Θεό, στον Χριστό, στην Παναγία;
κι ότι μόνο για σας και τους δικούς σας είναι τα αγία;
Αυτοί που δεν έχουν καθόλου βύσμα, ούτε στον ήλιο μοίρα;
έχετε κανονίσει μαζί με τους πολιτικούς τη χειρότερη για αυτούς μοίρα;
Έχετε αντικαταστήσει τον θεό και θα τιμωρηθείτε,
αν δεν μετανιώσετε και δεν αντιληφθείτε
ότι ο θεός δεν ελευθέρωσε μόνο εσάς να ζείτε μια ζωή ευτυχισμένη
κι οι συνάνθρωποι σας να ζουν μια ζωή ελεεινή και τυραννισμένη.
Ψηφίζετε αυτούς που σας λένε ψέματα και καθόλου δεν αξίζουν,
να ξέρετε όμως τα κόκαλα αυτών που αγωνίστηκαν μαζί μου τρίζουν,
Όταν πεθάνετε και στον Άγιο Πέτρο πάτε
αυτός θα σας πει τιμωρημένοι από τον θεό για πάντα θα ’στε
Εγώ σας ελευθέρωσα απ’ τα δεσμά σας
και σεις γίνατε ένα με τα «σκατά» σας.
Όταν σιωπάτε, χειροκροτείτε και επιλέγετε πάλι ένα διεφθαρμένο,
να υποφέρετε στους αιώνες των αιώνων θα είναι γραμμένο.
Όταν κάποιος βλέπει ένα βιασμό δεν τον σταματά και τον επικροτεί,
με το χέρι στη καρδιά, πιστεύετε πως δεν θα δικασθεί;
Έτσι και σεις θα τιμωρηθείτε σ’ αυτό τον τόπο
με τον χειρότερο τρόπο.
Συνένοχοι είστε στην καταστροφή της πατρίδας,
και σταματήστε να πέφτετε σ’ αυτή την παγίδα,
γιατί θα τιμωρηθείτε μαζί με τα αφεντικά σας
εσείς και τα κακόμοιρα παιδιά σας.
Αυτοί κόβουν τους μισθούς απ’ τους φτωχούς και τους αδυνάτους
και είναι περήφανοι για τα κατορθώματά τους.
Μα είναι «τζιμάνια», «σαΐνια» και μα τόσο, τόσο «μάγκες»
που περικόβουν επιδόματα από άτομα με ειδικές ανάγκες.
Άνθρωποι που έχουν επιχειρήσεις και τις χρεοκοπούν
από πάνω αλύπητα οικονομικά τους κτυπούν.
Αντί στον ΟΑΕΔ, αφού χρεοκόπησαν να τους βάζουν,
φόρο και από πάνω τους βάζουν.
. . . .
ΠΑΤΡΙΔΑ
«Μια ζωή περιμένω της ζωής την ηλιαχτίδα
μα εσείς μου εξαφανίσατε κάθε ελπίδα.
Μια ζωή περιμένω να ’ρθει το καλοκαίρι
μα μόνο παγωνιά μου έχετε φέρει.
Μια ζωή τη μπόρα και τη συννεφιά την έχω ζήσει
και το χαμόγελο στα χείλη μου δεν έχει ανθίσει.
Μια ζωή περιμένω το φωτεινό αστέρι να λάμψει
και μια καινούργια μέρα να χαράξει.
Τα όνειρά μου είναι πια χαμένα,
σαν καράβια στη θάλασσα ναυαγισμένα,
τώρα ήλθε η αλήθεια
τέρμα τα παραμύθια.
Έμεινε μόνο στάχτη
απ’ την δικιά σας απάτη,
όλοι οι δρόμοι έχουν κλείσει
δεν υπάρχει άλλη λύση.
Φύγετε λοιπόν και μη σας νοιάζει πως εγώ θα ζήσω,
σωτήρες σαν και σας δεν θέλω άλλο να γνωρίσω.
Φύγετε λοιπόν μήπως μπορέσω να σωθώ,
δεν θέλω άλλο για σας να θυσιασθώ.
Μια ζωή το ψέμα και το δούλεμα σας πολύ μεγάλο,
σ’ αυτή τη ζωή δεν έχετε μάθει τίποτα άλλο.
Μια ζωή είμαι τελείως με τα νεύρα μου σπασμένα
κι είμαι σαν πουλί με τα φτερά μου τσακισμένα.
Μια ζωή περιμένω της ζωής την ηλιαχτίδα
μα εσείς μου εξαφανίσατε κάθε ελπίδα.
Μια ζωή περιμένω να ’ρθει το καλοκαίρι
μα μόνο παγωνιά μου έχετε φέρει.
Φύγετε λοιπόν και μη σας νοιάζει πως εγώ θα ζήσω,
σωτήρες σαν και σας δεν θέλω άλλο να γνωρίσω.
Φύγετε λοιπόν μήπως μπορέσω να σωθώ,
δεν θέλω άλλο για σας να θυσιασθώ.
Μια ζωή τη μπόρα και τη συννεφιά την έχω ζήσει
και το χαμόγελο στα χείλη μου δεν έχει ανθίσει.
Μια ζωή περιμένω το φωτεινό αστέρι να λάμψει
και μια καινούργια μέρα να χαράξει.
Φύγετε λοιπόν πριν η κατάσταση στο απροχώρητο φτάσει.
Το ξέρω καλά, η ζωή με σας ποτέ δεν θα μου χαμογελάσει.
Φύγετε λοιπόν, δεν θέλω άλλο να βλέπω μόνο το σκοτάδι.
Πάρτε το αεροπλάνο και πηγαίνετε στο καλό ένα βράδυ.»
. . . .
ΑΕΡΑΣ
«Αχ! Αλλοίμονο στον νέο που θα πάει στην ξενιτιά,
εργασία για να βρει και να γλυτώσει την καταχνιά,
μακριά απ’ τα αγαπημένα του πρόσωπα θα ζει
ψάχνοντας απελπισμένα μια καινούργια ζωή να βρει .
Μοναχός του σε μια χώρα που ποτέ δεν την έχει δει
θα πρέπει να συνηθίσει να ζει σ’ αυτή τη ξένη γη,
ν’ αφήσει πίσω του ότι τον συγκινεί και τον κρατά
και σ’ αυτή τη γη κάτι καλύτερο ν’ αρχίσει ζητά.
Στο βλέμμα του το παράπονο είναι ζωγραφισμένο
και στα χείλη του το χαμόγελο βαθιά πικραμένο.
Στο μυαλό του έρχονται σκέψεις και σκηνές,
απογοητευτικές, φρικτές, τρομερές και σκοτεινές .
Πίσω του μακριά έχει αφήσει μια ζωή που τον πονά
και τα βράδια στα όνειρά του τον κυνηγά.
Κάποιοι του είπαν «φύγε ρε άχρηστε από εδώ
για να μπορώ μόνο εγώ καλύτερα να ζω».
Και μ’ ένα βλέμμα παραπονιάρικο και φοβισμένος
κοιτάει τον καινούργιο τόπο απογοητευμένος,
τα μάτια του ψηλά καρφωμένα στον ουρανό
προσπαθούν να βρουν μια απάντηση από τον θεό.»
. . . .